τασιμετρία

τασιμετρία
η, Ν
φυσ. τεχνική με τη βοήθεια τής οποίας προσδιορίζεται η επιφανειακή τάση τών υγρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. γαλλ. tensiometrie < λατ. tensio «τάση» + -μετρία*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”